Sunday, January 19, 2014

αθυρόστομο

αθυρόστομο (aθi'rostomoουδέτερο 
επίθετο
που χρησιμοποιεί τολμηρές εκφράσεις στο λόγο του

τσιφούτης

τσιφούτης < τουρκική çıfıt (απατεώνας, εκμεταλλευτής) < Çıfıt (Εβραίος)

τσιφούτης αρσενικό

  1. ο τσιγκούνης που θέλει μόνο να μαζεύει λεφτά εκμεταλλευόμενος τους άλλους

Friday, January 17, 2014

μπανιστήρι

μπανιστήρι το [banistíri] Ο44 : (οικ.) το να παρακολουθεί κάποιος, συνήθ. απαρατήρητος, πράξεις ή γενικά θέαμα που του προκαλεί σεξουαλικό ενδιαφέρον: Πήγε στη θάλασσα όχι για να κολυμπήσει αλλά για να κάνει~.
[μπανισ- (μπανίζω) -τήρι]

μουρόχαυλος

μουρόχαβλος, μουρόχαυλος

Λέγεται συνήθως για άτομα που έχουν χαμηλή κοινωνικότητα ή/και αδυνατούν να συμμετάσχουν ουσιαστικά στην οποιαδήποτε συζήτηση που απαιτεί μια κάποια συνοχή σκέψης/λόγου, τα οποία γίνονται αντικείμενο εμπαιγμού τις περισσότερες φορές σε μία παρέα.
- Τι μουρόχαυλος που είναι αυτός ο Μπάμπης ρε; Του την έπεφτε ένα γκομενάκι φίνο χτες στο μπαρ και όταν πήγε να της μιλήσει, το τι μαλακίες είπε δεν περιγράφεται.

mourOhavlos: someone who has weak social skills and/or has trouble making substantive contributions to any conversation that demands logical thought, and who as a result becomes an object of ridicule by the more articulate parts of a social group.

ντουχιουντίζω

ντουχιουντίζω < σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι, προβληματίζομαι, συλλογίζομαι, αναρωτιέμαι, ξεμετρώ το νου

douhouDEEZo: reflect on, mull over

From α Cretan Christmas carol: 

Thursday, January 16, 2014

αμάδες

Οι «αμάδες» είναι πανάρχαια αθλοπαιδιά που έφθασε μέχρι τις μέρες μας με πολλές παραλλαγές. Κύρια μορφή της ομαδικής αυτής αθλοπαιδιάς είναι η με πεπλατυσμένο λίθο σε μορφή δίσκου και μεγέθους παλάμης «αμάδα», που με σύρσιμο επί του εδάφους επιχειρείται η εύστοχη σημάδευση και κρούση σ΄ εκείνη του αντιπάλου.
Σύγχρονη εξέλιξη αυτής της αθλοπαιδιάς είναι το μπιλιάρδο, το μπόουλινγκ,[εκκρεμεί παραπομπή] αλλά και άλλα παρεμφερή που παίζονται όπως και το μπιλιάρδο σε λεία όμως τράπεζα.
https://www.youtube.com/watch?v=1FELRoBj7aA

Saturday, January 4, 2014

πλεκτάνη

πλεκτάνη θηλυκό
  1. κάτι που είναι σχεδιασμένο για να μας εξαπατήσει και να μας παγιδεύσει
  2. δολοπλοκία


fabrication, framing