Tuesday, March 25, 2014

πυγολαμπίδα - firefly

colloquial term (!!) "κωλοφωτιά," fire-butt

forge (iron or relationships)

σφυρηλατώ [sfirilató] -ούμαι Ρ10.9 : 1.κατεργάζομαι, με το χέρι ή με μηχανή, ένα κομμάτι ελατού μετάλλου με σφύρα: Σφυρηλατημένο σίδερο. 2. (μτφ.) α. δημιουργώ σχέσεις ανάμεσα σε πρόσωπα, μέσα από μακροχρόνιες διαδικασίες και σκληρές δοκιμασίες: Άρρηκτοι δεσμοί έχουν σφυρηλατηθεί ανάμεσα στους λαούς. β.διαμορφώνω τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός ατόμου ύστερα από επίπονη διαδικασία άσκησης: H νεολαία σφυρηλατείται μέσα στους κοινωνικούς αγώνες.

unstable, due to lack of education or due to natural idiosyncracy

ανερμάτιστος -η -ο [anermátistos] Ε5 : (λόγ.) 1. (για πλοίο) που δεν έχει έρμα, σαβούρα: Aνερμάτιστο καράβι. 2. (μτφ.) α. που είναι ασταθής και ευμετάβολος: α1. από έλλειψη γνώσης ή παιδείας. α2. από ιδιοσυγκρασία· άστατος: ~ άνθρωπος / χαρακτήρας. β. (ιδ. για επιστήμονες) που έχει ελλιπή μόρφωση· ακατάρτιστος: ~ φιλόλογος / ψυχολόγοςανερμάτιστα ΕΠIΡΡ.
[λόγ.: 1: αρχ. ἀνερμάτιστος· 2: ελνστ. σημ.]

Monday, March 24, 2014

cannon corbel

κιλλίβαντα 

κιλλίβαντας ο [kilívandas] Ο5 : βάση πυροβόλου, κινητή επάνω σε τροχούς. 
[λόγ. < αρχ. κιλλίβας, αιτ. -αντα`ονομασία μέρους του άρματος΄]
the base of a cannon that moves on wheels -- corbel for a weapon?!

subterfuge

  • υπεκφηγή = evasion, subterfuge

  • το να αποφεύγεις να τοποθετηθείς σε ένα ζήτημα ή να απαντήσεις ξεκάθαρα σε μια ερώτηση

heard the word at the funeral of Tasos Mitsopoulos, claiming he wasn't a typical politician who used these evasions and subterfuges. 

Sunday, March 23, 2014

par brise - windshield

I knew the term ανεμοθώρακας for windshield but now I learned  a second: par brise, παρμπρίζ

Saturday, March 22, 2014

Καμβάς

I just learned that I was wrong in hearing the Greek word for canvas as canVASS. It's kamvas, camVASS. With an m sound. This isn't that important but it's surprising. The etymology is that Greek got the word from French, which originally got it from the Greek for cannabis. Or soemthing.