Sunday, December 15, 2013

εμβόλιμος

εμβόλιμος, -η, -ο
  1. που παρεμβάλλεται σε μία ήδη γνωστή και καθορισμένη σειρά
  2. (φιλολογία) που έχει προστεθεί σε ένα κείμενο, αφού αυτό έχει ολοκληρωθεί, συνήθως χωρίς τη συναίνεση του δημιουργού

No comments:

Post a Comment