Τουμπεκί (τουρκ. tömbeki) λέγεται ο καπνός που χρησιμοποιούν στον αργιλέ. Στα καφενεία μέχρι τον μεσοπόλεμο ήταν διαδεδομένος ο αργιλές. Εκεί το τουμπεκί το έκοβε ο παρασκευαστής του, ο «ταμπής», σε πολύ μικρά κομμάτια. Ο βαθμός στον οποίο το «ψιλοέκοβε» φανέρωνε την τέχνη του, έτσι ώστε όσο πιο ψιλοκομμένο ήταν το τουμπεκί τόσο καλύτερη θεωρούνταν η ποιότητά του.
toubeki, from turkish, tobacco that goes in the narghile/ hookah. also slang use "make toubeki" means keep quiet because you can't smoke hookah and talk a t the same time
Κάνω τουμπεκί ή τουμπεκί ψιλοκομμένο ή τουμπέκα = κάνω μόκο, το βουλώνω, σκάω.
(Μάλλον τουρκικής προέλευσης).
(Μάλλον τουρκικής προέλευσης).
- Μπάμπη μου, να πάρουμε και τζατζίκι;
- Σούλα, κάνε τουμπέκα. Θα παραγγείλω εγώ.
- Σούλα, κάνε τουμπέκα. Θα παραγγείλω εγώ.
Από: javaneze την: 01/09/06
toubeki, from turkish, tobacco that goes in the narghile/ hookah. also slang use "make toubeki" means keep quiet because you can't smoke hookah and talk a t the same time
No comments:
Post a Comment