from the news today -- Iranian protesters destroyed classified documents in the British embassy.
A catalogue of new words I learn in Greek and English. This is the public blog of Joanna Eleftheriou (Ιωάννα Ελευθερίου). I welcome comments that help refine my understanding of these words' nuances and usage. Thanks!
Tuesday, November 29, 2011
Monday, November 28, 2011
εμπριμέ ~ print
- εμπριμέ < γαλλική imprimé
- (για ύφασμα ή ρούχο) που είναι διακοσμημένο με πολύχρωμα σχέδια, συνήθως λουλουδιών
Saturday, November 26, 2011
υπαγορεύω ~ dictate
Who knew? It is the same as dictate in both its senses. The word just popped into my head and I realized I wasn't %100 sure what it meant.
μπατάρω ~ tip over, especially of a boat
μπατάρω [batáro] Ρ6α μππ. μπαταρισμένος : (ιδ. για βάρκα ή πλοίο) 1. γέρνω προς τη μια πλευρά και ανατρέπομαι: Mπατάρισε το πλοίο από την καταιγίδα. 2. κάνω κτ. να μπατάρει, να ανατραπεί: Φύσηξε δυνατός άνεμος και μπατάρισε τη βάρκα.
Kuro Siwo, Kavvadias
χαρμάνι ~ one longing for a narcotic
χαρμάνι το [xarmáni] Ο44 : I1α.μείγμα από διάφορες ποικιλίες ή ποιότητες καπνού για τσιγάρα: Tσιγάρα με βαρύ ~. || (επέκτ.): ~ από καφέδες / από τσάγια. β. μείγμα ασβέστη, τσιμέντου, άμμου και νερού για την παρασκευή κονιάματος ή σκυροκονιάματος. 2. (μτφ., οικ.) ανακάτωμα, συνονθύλευμα: ~ από θεωρίες. II. ΦΡ (λαϊκ.) είμαι ~ για κτ., επιθυμώ πολύ κτ., κυρίως για ναρκωτική ουσία, τσιγάρο κτλ.: Είμαι ~ για τσιγάρο.
[τουρκ. harman -ι (στη σημ. I1α)]
κουζουλός ~ lunatic
κουζουλός -ή -ό [kuzulós] Ε1 : (λαϊκότρ.) τρελός.
[μσν. κουζουλός ίσως < τουρκ. (ουδ.) kuzul(u) `προβατίνα με μικρό αρνί΄ -ός με πέρασμα της σημ. στο αρνί που κάνει παλαβά πηδηματάκια]
μπαμπέσης ~ underhanded person
μπαμπέσης ο [babésis] Ο11 θηλ. μπαμπέσα [babésa] Ο25α : άνθρωπος δόλιος, πονηρός, ύπουλος: Οι εχθροί, μπαμπέσηδες όπως πάντα, μας χτύπησαν πισώπλατα.
πυγολαμπίδα ~ firefly
http://kithara.vu/ss.php?id=MzUwODMyOTkz
πυγολαμπίδα (pigolampiδa) f, plural πυγολαμπίδες
from a Mikroutsikos song, possibly from a Kavvadias poem. I never saw a firefly in Greece!
Thursday, November 24, 2011
σουρώνω ~ drain
Σουρωτήρι is a collander, so I should have guessed this verb, but it never occurred to me until I heard the first line of the song Φαλληριώτισσα, where the speaker says he's going to come home σουρωμένος, drained, to his wife...
Wednesday, November 23, 2011
Saturday, November 19, 2011
Wednesday, November 16, 2011
δεξαμενόπλοιο ~ tanker (big boat)
from the news, General Maritime seeking protection for some kind of financial lost.
Monday, November 14, 2011
φιλιγκράν ~ filigree
also συρματερή τεχνική. From below post, I realized that if φιλντισένιο didn't mean filigreed, I didn't know what did.
φιλντισένιος ~ ivory
Shocking! I have heard this word in tons of songs, only now looked it up... I never guessed, possibly because it's a pretty generic color. I think I thought it meant "delicate" or something, because it's hard to say and because it starts with the same three letters as "filigree."
αχιβάδα ~ clam
I thought clam was στρείδι, which it is, but στρείδι also means oyster... there is no limit to what one can learn about Seafood nomenclature.
Wednesday, November 9, 2011
πέλμα ~ bed-plate
πέλμα | base plate # bed-plate # shoe brakes. |
Monday, November 7, 2011
μπακούρι ~ unhappy bachelor
μπακούρι
the below description explains that a bakouri is a bachelor whose "problem" has no end in sight; he is one who due to character or hygiene flaws has difficulty getting laid.
Learned this in the definition of ligouris.
Αρχικά, μπακούρι ήταν ουδέτερη λέξη και σήμαινε απλώς τον ανύπαντρο άντρα, τον εργένη.
Αργότερα, για ένα διάστημα, η λέξη απέκτησε και θετικές συνδηλώσεις - εννοούσε τον εκ πεποιθήσεως εργένη, αυτόν που δεν πιάνεται κορόιδο να παντρευτεί. Αλλά, βαθμιαία πήρε την έννοια του τύπου που έχει μείνει πολύ καιρό χωρίς γυναίκα και σήμερα η λέξημπακούρι δηλώνει και επιπλέον, ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα του τύπου αυτού δεν πρόκειται να λυθεί σύντομα (και άρα ο τύπος θ' αργήσει να γαμήσει), διότι οι λόγοι για τους οποίους το πρόβλημα παρουσιάστηκε καταρχήν είναι υπαρκτοί και σοβαροί: ο τύπος είναι αδέξιος, απότομος και πιθανότατα μυρίζουν οι κάλτσες του (μέσα από τα παπούτσια).
Εσχάτως, η λέξη χρησιμοποιείται και ως αυτοχαρακτηρισμός γυναικών που, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, ανάγουν την αγαμία σε μαγκιά.
Το μπακούρι, με την αρχική σημασία, είναι λέξη συνώνυμη με την παππουδίστικη λέξημπεκιάρης - και πιθανώς παραφθορά της, καθώς θυμάμαι ηλικιωμένους Κωνσταντινουπολίτες να μεταχειρίζονται τις δυο λέξεις αδιάκριτα. Πιστεύω ότι έχουν κοινή προέλευση την τούρκικη λέξη bekâr που σημαίνει ακριβώς ανύπαντρος. Στα τούρκικα υπάρχει και η λέξη bakire που σημαίνει παρθένος/α αλλά χρησιμοποιείται κυρίως για γυναίκες και μάλλον δεν κολλάει. Η ετυμολόγηση από το τούρκικο bakir=χαλκός (δες το λήμμα μπακούρης) είναι ενδιαφέρουσα, αλλά μάλλον δεν ευσταθεί.
λιγούρι ~ man who forsakes his dignity for the sake of pussy
λιγούρι
αψηφώ ~ flout
from a radio program about Maria Polydouri, who flouted/ ignored the doctors' directions and left the sanitorium when she had TB.
πλιάτσικο ~ booty
πλιάτσικο | . Δείτε επίσης: booty. Δείτε επίσης: freebooting. Δείτε επίσης: loot. Δείτε επίσης: pillage. Δείτε επίσης: plunder | |
2 ) | πλιατσικολόγος | . Δείτε επίσης: freebooter. Δείτε επίσης: peeler |
εκχώρηση ~ handover of power / devolution
It's November 2011. Of course I learned this on the news. Papandreou was just ousted. An end to the 20th century dominance of the Papandreou dynasty?
φιλύρα ~ linden
Tilia platyphyllos, linden in American, "lime tree" in British. From beloved the Mitropanos song:
Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι
με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί
πάντα γελαστοί και γελασμένοι
Τα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα - Σαλονίκη
μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι
έπεσα να σ' ονειρευτώ σε ψάθα από φιλύρα
κι είδα πως βγάζει η νύχτα φως και τ' όστρακο πορφύρα
Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι
με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί
πάντα γελαστοί και γελασμένοι
Τα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα - Σαλονίκη
μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι
έπεσα να σ' ονειρευτώ σε ψάθα από φιλύρα
κι είδα πως βγάζει η νύχτα φως και τ' όστρακο πορφύρα
Sunday, November 6, 2011
παλιατζής ~ antique trader / παλιάτσος ~ clown
don't remember when I learned these words, but hearing παλιατζής on the radio reminded me that for a long time I thought the song was about a clown, and oh, what little sense it made...
αμορτί ~ close but no cigar
Το αμορτί, κυριολεκτικά, είναι ένα μικρό, αμελητέο κέρδος στο λαχείο. Συγκεκριμένα, αν το τελευταίο νούμερο του λαχείου που κρατάμε συμπίπτει με το τελευταίο νούμερο του πρώτου αριθμού, του αριθμού που κερδίζει το τζάκποτ, τότε κι εμείς κερδίζουμε δυο φορές την αξία του λαχείου μας –την σήμερον ημέρα, ας πούμε, θα πάρουμε 20 ευρώ. Κι αν συμπέσουν τα δυο τελευταία νούμερα, τότε παίρνουμε 40 ευρώ –δες και το μήδι 1. Βγάζουμε, δηλαδή, την επένδυση μας –την αποσβένουμε– και κάτι παραπάνω. Αυτό τα μικρά κέρδη από τα αμορτί είναι που νομιμοποιούν την Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων να μας πλασάρει χρόνια τώρα το κατ' εξοχήν παραπλανητικό και μούφασλόγκαν «Ο Ένας στους Δύο Κερδίζει» –δες το μήδι 2.
Εννοείται ότι αυτοί που παίζουν τακτικά λαχεία τα κέρδη του αμορτί δεν τα παίρνουν ποτέ σε ρευστό αλλά πάντα σε λαχεία για την επόμενη κλήρωση.
Μεταφορικά, την έκφραση αμορτί (το πιάσαμε, το πήραμε ή ήρθε) την χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι:
Από τη γαλλική λέξη amortir, που σημαίνει ακριβώς κάνω απόσβεση. Είναι η ίδια λέξη από την οποία προκύπτει και το αμορτισέρ (amortisseur) που, στη λόγια γλώσσα, λέγεταιαποσβεστήρας κραδασμών.
Εννοείται ότι αυτοί που παίζουν τακτικά λαχεία τα κέρδη του αμορτί δεν τα παίρνουν ποτέ σε ρευστό αλλά πάντα σε λαχεία για την επόμενη κλήρωση.
Μεταφορικά, την έκφραση αμορτί (το πιάσαμε, το πήραμε ή ήρθε) την χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι:
- μπορεί να μην ήρθαν τα πράματα όπως ιδανικά θα θέλαμε και να μην κερδίσαμε τον πρώτο αριθμό αλλά δεν φάγαμε και την απόλυτη ήττα και κάπου έχουμε συμβιβαστεί και πάλι καλά είμαστε λέμε –έτσι το μεταχειρίζεται ο Μητροπάνος στο μήδι 3– ή, ότι
- στο τσακ του τσακός ήτανε να κάνουμε την καλή αλλά –γαμώ την ατυχία μου μέσα– κάτι δεν έκατσε πάλι και πάλι μείναμε στα ψιλολόγια.
Από τη γαλλική λέξη amortir, που σημαίνει ακριβώς κάνω απόσβεση. Είναι η ίδια λέξη από την οποία προκύπτει και το αμορτισέρ (amortisseur) που, στη λόγια γλώσσα, λέγεταιαποσβεστήρας κραδασμών.
Tuesday, November 1, 2011
Subscribe to:
Posts (Atom)